3 ειδικοί μάς βοηθούν να κόψουμε το κάπνισμα

Από το Περιοδικό VITA – ΤΕΥΧΟΣ – Μάρτιος 2011

Ο πνευμονολόγος

Το αν θα πετύχει κάποιος να κόψει το κάπνισμα φαίνεται ότι δεν έχει σχέση με την ηλικία του ή τον αριθμό των τσιγάρων που καπνίζει, αλλά ούτε και με την εξάρτησή του από τη νικοτίνη. Καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η εξατομικευμένη προσέγγιση, που μπορεί να γίνει σε ειδικά τμήματα, όπως τα Ιατρεία Διακοπής Καπνίσματος, όπου, εκτός από τον πνευμονολόγο, υπάρχει μια ολοκληρωμένη ομάδα που παρέχει ιατρική παρακολούθηση και φαρμακευτική αγωγή – επίσης, όταν κρίνεται απαραίτητο, ψυχολογική στήριξη και διατροφικές συμβουλές για τον έλεγχο του σωματικού βάρους.

Αρχικά, ο πνευμονολόγος, ως ειδικός, θα εκτιμήσει το ιστορικό υγείας σας και θα σας υποβάλει σε εξετάσεις (π.χ. σπιρομέτρηση, μέτρηση μονοξειδίου του άνθρακα), για να διαπιστωθούν τυχόν βλάβες που έχει ήδη προκαλέσει το τσιγάρο. Από εκεί και πέρα, θα συζητήσει μαζί σας και θα εκτιμήσει ποια μέθοδος απεξάρτησης από τη νικοτίνη είναι καλύτερη για την περίπτωσή σας. Η επιλογή της θεραπείας και το χρονικό διάστημα που αυτή θα διαρκέσει (χρειάζεται τουλάχιστον 1-3 μήνες για καλύτερα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα) πρέπει να εξατομικεύονται.

Ένα σημαντικό πρόβλημα στο κόψιμο του τσιγάρου είναι ότι μεγάλος αριθμός καπνιστών καταφέρνει να κόψει το κάπνισμα για λίγο, αλλά το ξαναρχίζει σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό οφείλεται στο χαρακτηριστικό της εξάρτησης, που είναι τόσο βιολογική όσο και ψυχολογική. Σύμφωνα με την πνευμονολόγο κ. Χριστίνα Γκράτζιου, η ανάλυση των δεδομένων μετά από 10ετή εμπειρία του Ειδικού Ιατρείου του Πανεπιστημίου Αθηνών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η προσεκτική επιλογή και η εξατομίκευση της θεραπευτικής παρέμβασης, καθώς και η κατάλληλη προσωπική υποστήριξη του καπνιστή, αποτελούν το βασικό συντελεστή για να καταφέρει ακόμη και ένας βαρύς καπνιστής να κόψει το κάπνισμα για πάντα.

Ο ψυχολόγος

Η καπνιστική συνήθεια, εκτός από την οργανική εξάρτηση, έχει και την ψυχική. Ο βαθμός της ψυχικής εξάρτησης εξαρτάται από τον άνθρωπο. Σε άλλους είναι πιο έντονη και σε άλλους πιο ήπια. Σύμφωνα με την κλινική ψυχολόγο κ. Αθηνά Σταμούλη, όταν αναφερόμαστε στην ψυχική εξάρτηση, εννοούμε από τη μια μεριά τη συνήθεια και από την άλλη το γεγονός ότι ο καπνιστής τείνει να συσχετίζει το κάπνισμα με διάφορα συναισθήματα. Αυτό σημαίνει πως κάθε άνθρωπος που καπνίζει έχει συνδέσει το τσιγάρο με συγκεκριμένα πράγματα που κάνει στην καθημερινότητά του, όπως, για παράδειγμα, με τον καφέ ή το ποτό του, το φαγητό, τη διασκέδασή του.

Ο στόχος του ψυχολόγου είναι να διερευνήσει με τι είναι συνδεδεμένο το κάπνισμα στον κάθε άνθρωπο και με απλές οδηγίες να καταφέρει τελικά να αποσυνδέσει την κάθε συσχετισμένη δραστηριότητα από αυτό. Από την άλλη μεριά, είναι πάρα πολλοί αυτοί που καπνίζουν και νομίζουν ότι το κάπνισμα τους μειώνει την ένταση ενός δυσάρεστου συναισθήματος (π.χ. άγχος, στρες, στενοχώρια, θλίψη, μοναξιά). Εδώ, σκοπός του ψυχολόγου είναι να βρουν -μαζί με τον καπνιστή- ποιο συναίσθημα συνδέεται με το κάπνισμα, να το απομυθοποιήσουν και τελικά να βρεθούν πιο αποτελεσματικοί τρόποι να αντιμετωπίζονται αυτά τα συναισθήματα. Συνοψίζοντας, λοιπόν, στο πρώτο ραντεβού δίνονται ορισμένες γενικές οδηγίες και λέγονται κάποια γενικά πράγματα θεωρητικά, αλλά μετά ακολουθείται ο ρυθμός του κάθε ανθρώπου.

Κατά τη διάρκεια της ψυχολογικής υποστήριξης, ακολουθούνται διάφορες τεχνικές. Για παράδειγμα, διερευνώνται και ενισχύονται τα κίνητρα, ενώ «δουλεύεται» πολύ η επιβράβευση. Μετά από κάποια ραντεβού, ψυχολόγος και θεραπευόμενος «δουλεύουν» και με την πρόληψη της υποτροπής, που αποτελεί βασικό κομμάτι προκειμένου να επιτευχθούν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.

O βελονιστής

Πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν τη μέθοδο του βελονισμού για να απαλλαγούν από το τσιγάρο. Όπως μας εξηγεί ο κ. Ιωάννης Λιάπης, νευρολόγος-ψυχίατρος, βελονιστής, ο βελονισμός επιδρά πάνω στον οργανικό εθισμό που προκαλεί η νικοτίνη του τσιγάρου, ενεργοποιώντας ομοιοστατικούς μηχανισμούς άμυνας. Ρυθμίζει τους νευροδιαβιβαστές στον εγκέφαλο, παράγοντας ενδογενείς ουσίες που μιμούνται τη δράση της νικοτίνης, και αναπληρώνει έτσι την έλλειψή της στα κύτταρα-στόχους, που ευθύνονται για το στερητικό σύνδρομο.

Τα συμπτώματα από την έλλειψη της νικοτίνης είναι ηπιότερα και ως αποτέλεσμα έχουμε:

• Ήπια και ελεγχόμενη επιθυμία για κάπνισμα.

• Σταδιακή απέχθεια στον καπνό και στη γεύση του τσιγάρου.

• Περιορισμό των συμπτωμάτων του συνδρόμου στέρησης, της ψυχικής πίεσης και του άγχους.

Γίνεται με λεπτές βελόνες μίας χρήσης σε κάποια σημεία βελονισμού, στο σώμα και στα αυτιά. Τις πρώτες ημέρες οι συνεδρίες είναι καθημερινές και στη συνέχεια αραιώνουν. Συνολικά απαιτούνται περίπου 5-10 συνεδρίες και η καθεμία διαρκεί περίπου 1 ώρα και 15΄. Σύμφωνα με τον κ. Λιάπη το ποσοστό επιτυχίας της θεραπείας αγγίζει το 60-80%.

Ο βελονισμός μπορεί να βοηθήσει και στη βουλιμία που καμιά φορά πιάνει τους καπνιστές μόλις κόψουν το τσιγάρο.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΝ κ. ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΚΡΑΤΖΙΟΥ, αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθύντρια στο Ειδικό Κέντρο Διακοπής Καπνίσματος στο «Ευγενίδειο Θεραπευτήριο», τον κ. ΙΩΑΝΝΗ ΛΙΑΠΗ, νευρολόγο-ψυχίατρο, βελονιστή, και την κ. ΑΘΗΝΑ ΣΤΑΜΟΥΛΗ, κλινική ψυχολόγο.